Ευθύμιος Ζιγγιρίδης: Οι περιπέτειες της ΔΕΗ και οι παλινωδίες της κυβέρνησης

Ευθύμιος Ζιγγιρίδης: Οι περιπέτειες της ΔΕΗ και οι παλινωδίες της κυβέρνησης

Το 2007-2008 η ΔΕΗ είχε την ευκαιρία να συμπράξει με την Γαλλική EDF και την γερμανική RWE

προκειμένου να κάνει αισθητή την παρουσία της στην Ευρώπη από τη μία και από την άλλη να απαλλάσσονταν από το επιχείρημα του μονοπωλίου στους λιγνίτες. Αυτό ματαιώθηκε από την δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων καθώς και ενός μεγάλου μέρους την αντιπολίτευσης εκείνης της περιόδου. Επιπλέον η σύμπραξη αυτή πολεμήθηκε από το εγχώριο ενεργειακό λόμπι. Τον Απρίλιο του 2004 η Ευρωπαική Επιτροπή προειδοποίησε την ΔΕΗ για το μονοπώλιο στους λιγνίτες.
Στις 5 Μαρτίου του 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού καταδικάζει την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 86 της συνθήκης Ε.Κ. και απαιτεί τη διάθεση του 40% της αγοράς λιγνίτη σε ιδιώτες. Ένα χρόνο μετά, η τότε κυβέρνηση της Ν.Δ. καταλήγει σε συμφωνία με τις Βρυξέλλες προτείνοντας διαγωνισμό τεσσάρων λιγνιτικών κοιτασμάτων  χωρίς τη συμμετοχή της ΔΕΗ. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αθέτησε την συμφωνία για περιβαλλοντικούς λόγους.  Το 2014 το εγχείρημα  της μικρής ΔΕΗ  αποτέλεσε μνημονιακή πλέον  υποχρέωση Η σημερινή κυβέρνηση κατάργησε το νομοσχέδιο της μικρής ΔΕΗ και προχωρά σε ένα άλλο μοντέλο διαχείρισης του προβλήματος. Εν ολίγοις η ΔΕΗ παράγει ηλεκτρική ενέργεια, την οποία αγοράζουν ιδιώτες στο κόστος, χωρίς να ρισκάρουν το παραμικρό, προκαταβάλλοντας  αρχικά το 1% της αξίας της, διοχετεύοντας την και σε εξαγωγές, αποκομίζοντας κέρδη σε βάρος της ΔΕΗ. Με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση προσπαθεί να επιτύχει τον στόχο μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ στην αγορά το οποίο αυτήν την στιγμή φθάνει το 85% περίπου, Αυτό το μέτρο θα έχει ισχύ εως το 2019 και μετά θα πρέπει να εκπονήσουμε νέες δημιουργικές τεχνικές προκειμένου να κοροιδέψουμε τους «κουτοφραγκους» . Με λίγα λόγια φθάσαμε στο 2018 και ακόμη ψαχνόμαστε.
Επειδή λοιπόν οι δανειστές είδαν πως το αρχικό εκείνο μοντέλο δεν φέρνει καρπούς, και επειδή το Δεκέμβριο του 2016, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε για δεύτερη φορά τη ΔΕΗ για δεσπόζουσα θέση στο λιγνίτη, έβαλαν στην εξίσωση του 3ου Μνημονίου και τη πώληση λιγνιτικών μονάδων. Το σκεπτικό τους ήταν να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στη παραγωγή. Κάπως έτσι, και μετά από μπόλια παζάρια στις Βρυξέλλες, φτάσαμε στη σημερινή πώληση των μονάδων της Φλώρινας και της Μεγαλόπολης
Η πώληση των παραπάνω μονάδων βέβαια εφόσον βρεθεί ανταπόκριση θα βάλει στα ταμεία λιγότερα χρήματα από το 2014 αφού ουδείς ευρωπαίος παίκτης είναι διατεθειμένος να βάλει το χέρι στην τσέπη για να αποκτήσει μόνο λιγνιτικές μονάδες, όταν το κόστος των δικαιωμάτων ρύπων καθιστά τέτοιες επενδύσεις, απαγορευτικές. Την τελευταία τετραετία 2014-2018, το κόστος των δικαιωμάτων CO2 σχεδόν διπλασιάστηκε, και από περίπου 7 ευρώ / τόνο, διαμορφώνεται πλέον στα 13,99 ευρώ.
Εάν η μικρή ΔΕΗ είχε ενεργοποιηθεί η ΔΕΗ θα είχε εισπράξει 2 δις ευρώ από την πώληση της μικρής ΔΕΗ. Επιπλέον θα είχε δημιουργηθεί μια μεγάλη ενεργειακή εταιρεία («Μικρή ΔΕΗ») που θα κατείχε το 30% της παραγωγής, το 30% των πελατών, το 30% των υπαλλήλων, και το 30% των δανείων και βαρών της μητρικής ΔΕΗ. Στόχος μ’ άλλα λόγια, ήταν να δημιουργηθεί ένας δεύτερος σοβαρός ενεργειακός παίκτης, που θα επωμιζόταν εκτός από εργοστάσια, και μέρος από τους απλήρωτους λογαριασμούς, μέρος των υποχρεώσεων, και του επιχειρηματικού ρίσκου. Επίσης 1-1,5 δισ ευρώ θα εισέρεαν στην εθνική οικονομία από την υποχρέωση του αναδόχου να κατασκευάσει το εργοστάσιο "Μελίτη ΙΙ" στη Φλώρινα, εκτός από τα χρήματα που θα έπεφταν από τους ιδιώτες αγοραστές στην αναβάθμιση των μονάδων.
Σήμερα αντίστοιχοι υπολογισμοί δεν έχουν γίνει. Πρόσφατα μόνο έχει  εκτιμηθεί ότι η ΔΕΗ θα μπορούσε να εισπράξει από την πώληση των μονάδων, ποσό μεταξύ 700 εκατ. ευρώ και 1 δισ. ευρώ. Νούμερα αισιόδοξα έως ανεδαφικά, σύμφωνα με την αγορά.
Το 2014 η ΔΕΗ είχε κέρδη, μικρότερα προβλήματα ρευστότητας, και κυρίως πολύ λιγότερους ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς, που στη καλύτερη περίπτωση φτάνουν σήμερα τα 2,3 δισ. ευρώ, και εκτινάχθηκαν χάρη στις προσδοκίες για «σεισάχθεια» και ευνοϊκές ρυθμίσεις, που σημερινοί υπουργοί είχαν εκθρέψει ως στελέχη της αντιπολίτευσης. Τακτική που συνεχίσθηκε και τη διετία 2015-2016, όταν η ΔΕΗ, με άνωθεν προφανώς εντολή, απέφευγε να διακόψει το ρεύμα για οφειλές ποσών έως 1.000 ευρώ χωρίς να υπάρχει διάκριση.
Συμπερασματικά αναρωτιέμαι τελικά εάν οι συνεχείς και πολύχρονες διαπραγματεύσεις όλων των προβλημάτων της Ελλάδας από την σημερινή κυβέρνηση, καταλήγουν πάντα σε λάθος λύσεις ή σε λύσεις οι οποίες αποφασίστηκαν να εφαρμοστούν πριν 4 χρόνια αλλά εφαρμόζονται σήμερα με καθυστέρηση 3 η 4 ετών.

Ευθύμιος Ζιγγιρίδης BEng MSc AMIEE MILT
Σύμβουλος Επιχειρήσεων